Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2014

Η Κεντροαριστερά και το απατηλό αυτονόητο

Οι Έλληνες είμαστε ένα παράξενο είδος ανθρώπων. Μπορείς να μάθεις σχεδόν τα πάντα για εμάς μέσα σε ελάχιστους μήνες και πάλι κατά τη διάρκεια των ετών μπορούμε να εκπλήξουμε τον καθένα με τον τρόπο που λειτουργούμε και σκεφτόμαστε. Μια τέτοια έκπληξη για μένα, στα πρώτα πέντε χρόνια της ενήλικης ζωής μου είναι η άρνηση της πλειοψηφίας των Ελλήνων να διδαχτεί από την τραγωδία που περνάει η κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια. Η άρνηση αυτή να διαπιστωθούν και να εφαρμοστούν ακόμα και οι πιο απλές παραδοχές οργάνωσης και λειτουργίας ενός υγιούς κράτους είναι δυστυχώς πέραν λογικής .

Την Κυριακή 1 Δεκεμβρίου βρέθηκα στο Δημαρχείο της Θεσσαλονίκης, στην παρθενική εκδήλωση της κίνησης των 58 με κεντρικό ομιλητή τον κ. Γιαννίτση και θέμα «Κρίση και Στρατηγικές Εξόδου» . Δεν θα κρύψω ότι ο κύριος λόγος για τον οποίο παρευρέθηκα στην εκδήλωση ήταν ο πρώην υπουργός ο οποίος είχε πάρει μορφή θρύλου στο μυαλό μου μετά την υπόθεση του ασφαλιστικού το 2001. Στην ομιλία του ο κ. Γιαννίτσης ανέφερε κάποιες από τις βασικές αξίες στις  οποίες πρέπει να στηριχθεί οποιαδήποτε προσπάθεια ανοικοδόμησης της χώρας μας. Ενδεικτικά αναφέρω τις εξής:

  • ·         Αναδιάρθρωση της Δημόσιας Διοίκησης και δημιουργία κράτους που να υπηρετεί τον πολίτη και όχι το αντίστροφο.
  • ·         Ίσες υποχρεώσεις των πολιτών προς το κράτος και ίσα δικαιώματα απέναντι σε αυτό. Δίχως προνομιακές ρυθμίσεις, δίχως αδικαιολόγητη προστασία ομάδων και επαγγελμάτων δίχως φωτογραφικές διατάξεις.
  • ·         Δημιουργία συλλογικής και κοινωνικής συνείδησης. Δημιουργία ενός κράτους πρόνοιας και δικαίου που θα κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη των πολιτών
  • ·         Να δοθεί βάρος στην δημιουργία και σωστή οργάνωση της παραγωγικής βάσης της χώρας που τα τελευταία χρόνια έχει υποστεί καθίζηση.
  • ·         Η πρώτη και ουσιαστική βελτίωση για τη χώρα θα έρθει μόνο αν αλλάξουμε την νοοτροπία μας και πέσουμε με τα μούτρα στην δουλειά, με σκοπό να δημιουργήσουμε ένα σύγχρονο κράτος.


Οι παραπάνω δεν είναι ριζοσπαστικές ιδέες. Καθώς τις άκουγα σκεφτόμουν πως δεν αποτελούν παρά το λογικό, το αυτονόητο. Είναι ιδέες που τις ακούω από τότε που άρχισα να αντιλαμβάνομαι την πολιτική. Τα τελευταία χρόνια το φορολογικό μας σύστημα έχει «μετασχηματιστεί», το κράτος έχει «επανιδρυθεί», η παιδεία έχει «αναδιαρθρωθεί» αλλά κάθε φορά δίχως να ενσωματώνονται αυτές οι βασικές αρχές. Ήταν επειδή δεν τις ξέραμε; Απίθανο. Ήταν επειδή δεν τις θέλαμε; Πολύ πιο πιθανό. Συνηθίσαμε να μαλώνουμε με βάση κούφιες πολιτικές και ιδεολογίες που ξεχάσαμε να κάνουμε το αυτονόητο. Να δημιουργήσουμε μια χώρα λειτουργική, σύγχρονη και ευνομούμενη.

Η προσπάθεια που άρχισε με το κείμενο των «58» πρέπει να διαφοροποιηθεί από την συμβατική πολιτική γεωγραφία, δηλαδή από τον άξονα δεξιά-αριστερά. Αυτός είναι και ο λόγος που διαφωνώ με τον χαρακτηρισμό της κίνησης αυτής ως κεντροαριστερής. Οι χαρακτηρισμοί «Δεξιός, Αριστερός, Σοσιαλιστής, Εκσυγχρονιστής, νεοφιλελεύθερος, ΠΑΣΟΚος, ΣΥΡΙΖΑίος» το μόνο που πετυχαίνουν πλέον είναι να ικανοποιούν την δίψα του Έλληνα να κατηγοριοποιήσει το κάθε τι στην πολιτική του ζωή. Η τάση αυτή μου προκαλεί θυμηδία. Άλλωστε αν ήμασταν τόσο οργανωτικοί και σε άλλες πλευρές της δημόσιας και ιδιωτικής μας ζωής η χώρα αυτή δεν θα βρισκόταν εδώ που βρίσκεται.


Ο χώρος που η κίνηση των «58» πρέπει να καλύψει  δεν είναι άλλος από τον χώρο του αυτονόητου. Οι άνθρωποι που θα την αποτελέσουν και θα την στελεχώσουν οφείλουν  να μην κλειστούν πίσω από πολιτικά και ιδεολογικά στεγανά. Θα πρέπει να ανήκουν σε όλους τους πολιτικούς χώρους. Διαφωνίες θα υπάρξουν. Και θα ξεπεραστούν.  Εκεί είναι που θα φανεί αν η χώρα μας είναι έτοιμη για την πραγματική αλλαγή νοοτροπίας. Αρκεί ο στόχος να είναι κοινός. Η επίτευξη του αυτονόητου.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Λαϊκισμός: To 1o όπιο


Λαϊκισμός:
Το όπιο του λαού προκαλεί τη χειρότερη ζάλη

Το τι ακριβώς είναι το όπιο του λαού, έχει συζητηθεί από πολλούς. Από τον πρώτο εκφραστή Κάρλ Μαρξ που έγραψε το «Η θρησκεία είναι το όπιο των λαών», τον Αλμπέρ Καμύ και «Το ποδόσφαιρο είναι του λαού» μέχρι το νεοελληνικό «μας ψεκάζουνε» δεν είναι λίγοι αυτοί που ασχολούνται με τον τρόπο που χειραγωγείται ο λαός και η μάζα. Το ίδιο το όπιο χρησιμοποιήθηκε μαζικά ήδη αρκετές φορές στο παρελθόν με σκοπό την άμβλυνση της σκέψης και των αισθήσεων των ανθρώπων. Στην χώρα μας , ιδιαίτερα στην πολιτική της ζωή, το όπιο αυτό δεν είναι άλλο από τον λαϊκισμό.

Όλη η σύγχρονη πολιτική ιστορία του τόπου μας είναι βουτηγμένη στη λέξη αυτή. Φαίνεται αδιανόητο μία λαϊκίστική λογική να έχει διαρκέσει τα τελευταία 40 χρόνια σε μια χώρα, αλλά δυστυχώς είναι αλήθεια.  Λίγες είναι οι φράσεις πολιτικών που έχουν αποτυπωθεί στο μυαλό των Ελλήνων και δυστυχώς οι περισσότερες είναι λαϊκίστικού περιεχομένου. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Το «Τσοβόλα δώστα όλα» του Ανδρέα Παπαναδρέου; Το θρυλικό πλέον «θα επανιδρύσουμε το κράτος» του Κώστα Καραμανλή; Το «Λεφτά υπάρχουν» του Γ. Παπανδρέου ή μήπως το «θα καταργήσουμε το Μνημόνιο» του Αλέξη Τσίπρα. Αυτά φυσικά αποτελούν μόνο τις κορώνες μίας νοοτροπίας η οποία παρουσιάζεται ακόμα και σήμερα πάρα πολύ ισχυρή.

Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή η χώρα μας είναι τέτοια που δεν επιδέχεται αερολογιών και υπερβολών.Κοινώς δεν υπάρχει χώρος για λαϊκισμό.  Παρόλα αυτά συνεχίζουμε να ισορροπούμε μεταξύ δεξιού κι αριστερού λαϊκισμού. Ο δεξιός λαϊκισμός τρομοκρατεί ως προς υπάρχοντα προβλήματα (μεταναστευτικό, εγκληματικότητα κ.α) ώστε να αποτελέσει θεωρητική λύση για τα προβλήματα αυτά, ενώ ο αριστερός λαϊκισμός όχι μόνο δεν δίνει λύσεις για τα προβλήματα αυτά αλλά τα αντικαθιστά με κραυγές ανυπακοής και απειθαρχίας προς το σύστημα ώστε να μην χρειαστεί να παρουσιάσει κάποιο σχέδιο για τη χώρα.

Το πιο στενάχωρο φυσικά γεγονός είναι ότι επί τόσες δεκαετίες ο Έλληνας πολίτης όχι μόνο δέχεται αυτό τον ορυμαγδό ψέματος κ αερολογίας αλλά συνεχίζει να τον επιβραβεύει με την ψήφο του. Δεν είναι λοιπόν τυχαία η αναφορά του τίτλου σε γλυκόπιοτο όπιο. Άλλωστε για να γίνει κατανοητό το πόσο παράλογη είναι η πολιτική πραγματικότητα στην Ελλάδα, αυτή τη στιγμή από τα εφτά κόμματα στην Βουλή τα πέντε πλέον καταφεύγουν στην εύκολη λύση της λαϊκίστικής αντιπολίτευσης. Από την άλλη, τα δύο κόμματα που διαχειρίζονται  την κρίσιμη για τη χώρα κατάσταση είναι αυτά που σε μεγάλο βαθμό ευθύνονται για αυτήν. Παραλογισμός στο έπακρο.

Προς μεγάλη απογοήτευση όλων βέβαια η επιστροφή από τον λαϊκισμό στην πραγματικότητα προβλέπεται να είναι όχι μόνο ταχεία αλλά και επικίνδυνη.  Διότι ενώ από τον δεξιό λαϊκισμό ξέρουμε τι να περιμένουμε σε περίπτωση θριάμβου του και ελπίζω αυτή η γνώση να είναι αρκετή ώστε να μην γίνει ποτέ πραγματικότητα, η αριστερά και εν προκειμένω ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. μάλλον μας ετοιμάζει πολλές εκπλήξεις που ουδεμία σχέση θα έχουν με το παρελθόν.

 

Tέτοια επιστροφή στην πραγματικότητα έκανε και ο Ανδρέας Παπανδρέου το 1981, όταν μετά την εκλογική του νίκη άφησε πίσω του τα συνθηματικά της αριστεράς και μπήκε στα τραπέζια των διαπραγματεύσεων. Αλλά δεν είναι κάθε μέρα Κυριακή ούτε έχουν όλοι τις ικανότητες και την προσωπικότητα του εκλιπόντως ηγέτη του ΠΑ.ΣΟ.Κ.

 Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. έχει ανεβάσει στο κρεβάτι εδώ και πολύ καιρό το βαθύ ΠΑΣΟΚ, τους δογματικούς νεοκομμουνιστές, τους «κινηματικούς» και τις συντεχνίες. Στην παρούσα κατάσταση οι λογικές τους θα στείλουν την χώρα στην πραγματική άβυσσο. Θα μπορέσει άραγε να τους κατεβάσει πριν να είναι αργά;  Αν δεν το κάνει είναι σίγουρο ότι κάθε επιστροφή στην πραγματικότητα, κάθε «στροφή στο ρεαλισμό» ,θα προκαλέσει τέτοια ζάλη που θα θεωρηθεί ισοδύναμο εσχάτης προδοσίας. Και σίγουρα δεν θα έχει την αντιμετώπιση που είχαν προηγούμενες γενιές πολιτικών.